Τρίτη 24 Ιουλίου 2012

Ύποπτοι και Δραπέτες 
του Αντώνη Τσακίρη


18.1.2012
εφημερίδα "Χρόνος", στήλη "σε ενεστώτα χρόνο", επιμέλεια Χρήστος Θεοφίλης



Εξοργιζόμαστε ελεύθερα, χωρίς αναστολές! Η Τέχνη στέκεται ακόμα μια φορά μπροστά στην Ιστορία τη στιγμή που εκείνη σπάει το τσόφλι της. 



Ζωγραφίζω ανθρώπους γιατί τους κατανοώ. Με τη χρήση του υλικού το τυχαίο μεταβάλλεται σε μάτι στο οποίο περικλείεται η μεταφυσική αναγκαιότητα για δράση και ποίηση. Και μετά ένα άλλο αυτί, άλλος άνθρωπος, καινούργιος κόσμος. 

Η οικονομική, αισθητική, αξιακή κρίση που έχει κάνει από καιρό την εμφάνισή της μετακόμισε από τις πλατείες και τους παράδρομους του κέντρου της πόλης, στα πρόσωπα. Υπάρχει μια περιρρέουσα αίσθηση φθήνιας, παρά προσδοκία σύνεσης με προοπτική. Η πολιτική τάξη, Ελ Σιντ, σε ένα ψέμα που δεχθήκαμε να πιστέψουμε όλοι ως αλήθεια. Τα κεντρικά Δελτία Ειδήσεων κατακλύζονται από ζοφερές περιγραφές του δύσκολου παρόντος και ενός ακόμα πιο σκοτεινού μέλλοντος. Ακόμα και τη στιγμή που το ένα πόδι του ακροβάτη βρίσκεται ήδη εκτός ισορροπίας, κρύβουν επιμελώς την αλήθεια, με γραβάτες και ταγέρ αντί πανοπλίας, επιμένουν να αναδεικνύουν οτιδήποτε περιέχει «αίμα» προβάλλοντας μια κοινωνία «σπλάτερ», κρατώντας στη σκιά το ζωντανό κύτταρο του κοινωνικού ιστού που αγωνίζεται με γόνιμο τρόπο και επιμονή, αντιπαραθέτοντας αλληλεγγύη, μουσική, ζωγραφική, λογοτεχνία. Όταν λοιπόν η εντιμότητα - πόσο γοητευτική μπορεί να είναι μια έντιμη «τρέλα»- βασικό συστατικό της εμπιστοσύνης και της συλλογικότητας, πάει περίπατο: εξοργιζόμαστε ελεύθερα, χωρίς αναστολές! Η Τέχνη στέκεται ακόμα μια φορά μπροστά στην Ιστορία τη στιγμή που εκείνη σπάει το τσόφλι της. 

Έτσι, εμφανίστηκαν οι «ύποπτοι» -όπως μ’ αρέσει να λέω τις φιγούρες που ζωγραφίζω με κρυμμένα τα μάτια τους. Οι ρίζες των «υπόπτων» βρίσκονται στο μωσαϊκό πάτωμα του σπιτιού στο Θησείο, άσπρα και μαύρα τετράγωνα πλακάκια που θύμιζαν σκακιέρα.  Ήταν η πρώτη εφηβεία και αυτή η απόλυτη, σχεδόν δογματική, εναλλαγή αποτυπώθηκε στο μυαλό μου. Έκτοτε, έβγαινε στον αφρό της συνείδησης με ποικίλες αφορμές. Με έργα του Βερμέερ, του Μοντριάν, την Ύδρα του μεσημεριού το καλοκαίρι. Πιο πρόσφατα, μέσω των Κεντρικών Δελτίων Ειδήσεων, επέστρεψε στο λεγόμενο τηλεοπτικώς «μωσαΐκ», εφέ που χρησιμοποιείται στα ρεπορτάζ για να καλυφθούν τα πρόσωπα των «φερόμενων ως υπόπτων». Πρόκειται, στην πραγματικότητα, για ένα είδος υπογράμμισης. Βρίσκονται συχνά ανάμεσα σε κινηματογραφικά ή φωτογραφικά φιλμ που κρέμονται στο φόντο σαν άδεια πουκάμισα φιδιών, έχοντας περισώσει αποσπάσματα ζωής, το «γάντι» των στιγμών στο χρόνο. Αλλά τελικά είναι, στο έλεος της στιγμιαίας ψυχολογικής διάθεσης που, σε συνδυασμό με την αισθητική εξέλιξη του έργου, αποφασίζουν, σχεδόν ερήμην μου, ποιο πρόσωπο θα καταστεί «ύποπτο».  

Στο τέλος όμως, αυτό που μένει, είναι η εξαιρετική τύχη της εκφραστικής δυνατότητας. Έτσι γλυτώνουν πολλοί από βέβαιο πνιγμό, καθώς βουίζει στα αυτιά ο μακρόσυρτος ήχος της σελίδας που γυρνά, της μεγάλης σελίδας. 

Και αφού οι «ύποπτοι» είναι ήδη εδώ, καλώ τους «δραπέτες». 


Oμπρέλα ή αστερισμός;

Ή Ύδρα με σύστησε στο φως. Θα μιλήσω για αυτό. Το μεσημεριανό φως του καλοκαιριού, τόσο δυνατό που όταν πέφτει πάνω στα σπίτια και την πέτρα εξαφανίζει τις υφές και τις μικρές λεπτομέρειες, αναδεικνύει απόλυτα τις φόρμες, το περιβάλλον, τη σχέση τους με τους ανθρώπους. Κοιτάζοντας το Μυρτώο από το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, με φόντο το επίμονο λουλακί, οι σχηματισμοί των ρευμάτων που αυλακώνουν τη θάλασσα κάνουν τη στεριά να μοιάζει ακόμα πιο ακίνητη. Στη ζωγραφική, στα πρόσωπα των ανθρώπων βλέπω την αρχική πρόθεση: να μεταφερθούν σ’ αυτά ατόφιες οι εναλλαγές του φωτός, όπως αποτυπώνονται στη σκέψη και τις αισθήσεις. Τα χρώματα του άχρονου λιμανιού στο Καμίνι μεταφράζονται σε «δραπέτες», το σκληρό μεσημέρι στο «άσπρο πρόσωπο» της φρέσκιας αντίθεσης. Η διαδρομή από το σπίτι έως το Βλυχό, παίρνοντας το μονοπάτι των οδοιπόρων – εξερευνητών του νησιού, διασχίζεται έως τους πρόποδες του λαιμού της ντάμας στο ταγκό. Όταν βρέχει, σκεπάζει το πέλαγος  ένα χαλί από αμέτρητες κουκκίδες, σαν κάποια αόρατη αγέλη να τσιμπά την επιδερμίδα της θάλασσας για να τραφεί. Στο βάθος, πίσω απ’ τον Δοκό δραπετεύει η πρώτη αχτίδα απ’ τις χαραμάδες των σύννεφων  που αδυνατίζουν, δίνοντας την εντύπωση ότι υφαίνει στο νερό μονοπάτι για το δρόμο της επιστροφής, μ’ αρέσει να το σκέφτομαι έτσι. Χωρίς τηλεόραση ή εφημερίδες. Χωρίς  μουσική –για λίγο. Η παρτιτούρα αυτή ανήκει σε όλους και στον καθένα μας ξεχωριστά. Η βραδιά  είναι υγρή, σκόρπιες λακκούβες νερού έχουν παγιδευτεί στα πλακόστρωτα της παραλίας του νησιού. Καθόμαστε για ένα ποτό. Στη διπλανή καρέκλα ξέμεινε το οικονομικό ένθετο μιας εφημερίδας. Η νύχτα πυκνώνει και η σχέση φωτός - σκιάς αλλάζει τα ρούχα της. Τα σύρματα στις ομπρέλες που ξεκουράζονται γυαλίζουν, μπλέκονται με τα φώτα των μαγαζιών. Πίσω από ένα ποτήρι ουίσκι κοιτάζω αυτές τις μικρές μεταλλικές φωτιές που ενώνουν τις υφασμάτινες καμπύλες της ομπρέλας και αναρωτιέμαι: ομπρέλα ή αστερισμός;

Αντώνης Τσακίρης, 25/1/2012

Δημοσίευση:
εφημερίδα "Αυγή",
9/5/2012

Κυριακή 27 Μαΐου 2012

Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

"Άσπρο - Μαύρο - Black & White" Mουσείο Φρυσίρα, Frissiras Museum (Athens) 2/3/2011 - 31/7/2011

Les mannequin
(2010)
Άτιτλο - Untitled
(2010)
Ύποπτοι - Suspects
(2009)